Home » Γιαούρτι με μέλι και… “Μούχλα”
Έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι εξελίξεις γύρω από τη διατροφική «κρίση» που παρουσιάστηκε για ακόμη μια φορά στις μέρες μας. Μια «κρίση» για την οποία υπάρχουν πολλά ερωτηματικά και που ορισμένοι θέλουν να πιστεύουν ότι είναι διοικητικής προέλευσης. Χωρίς κάποιος να μπορεί να αποκλείσει τέτοιες παραλείψεις, είναι γεγονός ότι γύρω από την τροφική αλυσίδα υπάρχει ένας βρώμικος και ανίερος πόλεμος. Ο πανικός, που προσπαθούν κάποιοι εντέχνως να καλλιεργήσουν, δεν είναι ο καλύτερος σύμβουλος για την εξεύρεση λύσεων στα πολύπλοκα προβλήματα που απασχολούν την ασφάλεια των τροφίμων.
Πρέπει από την αρχή να γίνει ξεκάθαρη η θέση μας. Η πορεία μας πρέπει να είναι σταθερά προσηλωμένη στην κατεύθυνση της ελαχιστοποίησης των παρά φύση λειτουργιών στην τροφική αλυσίδα. Καμία ανοχή στην κυκλοφορία προϊόντων ύποπτης προέλευσης και παρασκευής κάτω από ανεξέλεγκτες συνθήκες, προϊόντων μολυσμένων από ανεπιθύμητα μικροβιακά φορτία ή χημικούς επιμολυντές κλπ. Οποιαδήποτε δικαιολογία αποτελεί ανοχή και οδηγεί σε επανάληψη των νοσηρών φαινομένων της παραγωγής και διάθεσης τροφίμων, τα οποία είναι πιθανόν να αποβούν επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, με μέτρο αναφοράς όχι το μέσο καταναλωτή, αλλά τις ευαίσθητες ομάδες πληθυσμού, όπως τα παιδιά.
Τα προβλήματα της διατροφικής αλυσίδας και της ασφάλειας των τροφίμων στις μέρες μας αναδεικνύονται μέσα από πολλές πτυχές, όπως η χρήση φυτοφαρμάκων, η παραγωγή μεταλλαγμένων πρώτων υλών, η χρήση σύγχρονης τεχνολογίας παραγωγής τροφίμων (βλ. ακτινοβόληση), η χρήση χημικών πρόσθετων, η χρήση αντιβιοτικών κλπ. Η απάντηση στα παραπάνω δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη και δεν μπορεί να δοθεί από ένα και μόνο γνωστικό αντικείμενο. Μπορεί να είναι προϊόν ενός διεπιστημονικού διαλόγου και σύμφωνα με τη μεγάλη εξειδίκευση, στον οποίο έχουν θέση και άποψη εκπρόσωποι όλων των επιστημονικών κλάδων που σχετίζονται με το αντικείμενο. Εξάλλου, το κάθε γνωστικό αντικείμενο έχει το δικό του ρόλο στη διαδικασία αυτή, όπως υπαγορεύει και η κοινή λογική. Έτσι, σύμφωνα με την νομοθεσία τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του Ελληνικού κράτους, για τον ποιοτικό έλεγχο και την παραγωγή των τροφίμων είναι επιφορτισμένος, ο κλάδος των χημικών, για τους μικροβιολογικούς ελέγχους στο κρέας και στα τυροκομικά προϊόντα οι κτηνίατροι, για τους υγειονομικούς και κλινικούς ελέγχους οι γιατροί και οι βιολόγοι, για τον σχεδιασμό της παραγωγής στο χωράφι οι γεωπόνοι. Οι έλεγχοι αυτοί και οι διεργασίες πρέπει να εκτελούνται με γνώμονα πάντα την προστασία των προϊόντων, κυρίως όμως των καταναλωτών, που καλούνται να τα χρησιμοποιήσουν, εμποδίζοντας την ανεξέλεγκτη χρήση φυτοφαρμάκων, την παραγωγή μολυσματικών ζωοτροφών κ.λ.π., φαινόμενα αρκετά συνήθη.
Καμιά λογική φυσικά δεν μπορεί να υπαγορεύσει την υλοποίηση των συντεχνιακών συμφερόντων και την υπαγωγή του Ε.Φ.Ε.Τ. στο Υπουργείο Γεωργίας. Η Πολιτεία οφείλει να προστατεύσει, να κατοχυρώσει και να διευρύνει τον ρόλο του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων ως ανεξάρτητη αρχή, η οποία θα διαδραματίζει τον ρόλο για τον οποίο έχει ταχθεί από τον ιδρυτικό της νόμο, δηλαδή τον συντονισμό και την καθοδήγηση των επιμέρους φορέων αποσκοπώντας στην ασφάλεια των τροφίμων, την προστασία του καταναλωτή, την προστασία του περιβάλλοντος κλπ.
Όλοι θεωρούν ότι η λύση του προβλήματος είναι οι συνεχείς έλεγχοι. Ωστόσο, οι έλεγχοι αυτοί μπορούν να γίνουν σε δύο επίπεδα. Πρώτα κατά τη διάρκεια της παραγωγής των τροφίμων, που είναι επιφορτισμένοι οι παραγωγοί τους, όπως προβλέπει και η Νομοθεσία, με την επίβλεψη, την παροχή συμβουλών και την πραγματοποίηση ποιοτικών ελέγχων από τους αρμόδιους επιστήμονες και μετά κατά την διακίνηση των τροφίμων, όπου επιφορτισμένη γι’ αυτό είναι η Πολιτεία μέσω των φορέων της, χωρίς να αποκλείεται και η παρέμβασή της σε πρωτοβάθμιο επίπεδο.
Η ευθύνη του εντεταλμένου επιστήμονα θα προστατεύσει τον καταναλωτή.
Οι έλεγχοι αυτοί σήμερα δεν πραγματοποιούνται. Είναι γεγονός ότι παρασκευάζονται πολλά τρόφιμα και κυκλοφορούν στην αγορά ανεξέλεγκτα, γιατί μια μερίδα ασυνείδητων παρασκευαστών τους δε μεριμνούν γι’ αυτό, αλλά και η Πολιτεία δεν τους το επιβάλλει ως όφειλε.
Έτσι λοιπόν, καλούνται τόσο ο κ. Περιφερειάρχης Κρήτης όσο και ο κ. Νομάρχης Ηρακλείου, και των άλλων νομών σε τοπικό επίπεδο να ζητήσουν την εφαρμογή της νομοθεσίας από τους – κατά τον νόμο – υπόλογους και όχι να αρκεστούν μόνο σε συσκέψεις, όπως τους ζητούν να κάνουν. Εξάλλου, ας μην ξεχνάμε την κρητική διατροφή την οποία έχουν και έχουμε υποχρέωση να διαφυλάξουμε, μιας και αποτελεί έναν Πρεσβευτή της Κρήτης. Εκτός, αν κάποιοι θεωρούν ότι θα επιλύσουν τα προβλήματα που αφορούν τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας στην διατροφική αλυσίδα με συσκέψεις, ολιγωρία και συγκάλυψη ευθυνών και παραλείψεων, που αφορούν όλους τους εμπλεκόμενους παράγοντες, μηδενός εξαιρουμένου.
Γιάννης Ν. Μπαλαχούτης
Χημικός, Οινολόγος,
Μέλος της Συνέλευσης των
Αντιπροσώπων της Ένωσης
Ελλήνων Χημικών